νοιάζει ένοιαζε ένοιαξε θα νοιάξει
νοιάζουν ένοιαζαν ένοιαξαν θα νοιάξουν
antepresente. antecopreterito. antefuturo.
έχω νοιάξει είχα νοιάξει θα έχω νοιάξει
έχεις νοιάξει είχες νοιάξει θα έχεις νοιάξει
έχει νοιάξει είχε νοιάξει θα έχει νοιάξει
έχουμε νοιάξει είχαμε νοιάξει θα έχουμε νοιάξει
έχετε νοιάξει είχατε νοιάξει θα έχετε νοιάξει
έχουν νοιάξει είχαν νοιάξει θα έχουν νοιάξει
Subjuntivo
simple.
να νοιάξει
να νοιάξουν
antepresente. antecopreterito. antefuturo.
έχω νοιάξει είχα νοιάξει θα έχω νοιάξει
έχεις νοιάξει είχες νοιάξει θα έχεις νοιάξει
έχει νοιάξει είχε νοιάξει θα έχει νοιάξει
έχουμε νοιάξει είχαμε νοιάξει θα έχουμε νοιάξει
έχετε νοιάξει είχατε νοιάξει θα έχετε νοιάξει
έχουν νοιάξει είχαν νοιάξει θα έχουν νοιάξει
Subjuntivo
simple.
να νοιάξει
να νοιάξουν
No hay comentarios:
Publicar un comentario